Τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων καὶ ἡ προσφορά του
Ὀνομάσθηκαν εἰρωνικὰ Κολλυβάδες ἀπὸ τοὺς ἀντιπάλους τους στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἐξ αἰτίας τοῦ ὅτι ἀντέδρασαν στὴν ἀντιπαραδοσιακὴ μεταφορὰ τῆς τελέσεως τῶν μνημοσυνῶν ἀπὸ τὸ Σάββατο στὴν Κυριακή.
ὌΠρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης | Ἁγιορεῖτες Πατέρες | Κολλυβάδες Πατέρες
Οἱ μεγάλοι διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Γένους Μακάριος Νοταράς, Νικόδημος Ἁγιορείτης καὶ Ἀθανάσιος Πάριος, ποὺ ἔζησαν καὶ ἔδρασαν τὸν 18ον αἰῶνα καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου, ἀποτελοῦν μία νέα τριάδα μεγίστων φωστήρων, ὅπως οἱ παλαιοὶ Τρεῖς Ἱεράρχαι, τηρουμένων βεβαίως τῶν ἀναλογιῶν καὶ λαμβανομένων ὑπ’ ὄψιν τῶν ἱστορικῶν συγκυριῶν στὶς ὁποῖες ἔζησαν μὲ τὶς διαφορὲς καὶ τὶς ὁμοιότητες. Σ’ αὐτοὺς προστίθεται καὶ ὁ Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης, πρωτουργὸς χρονικὰ τοῦ κινήματος, ὄχι ὅμως μὲ τὴν προσφορὰ καὶ δραστηριότητα ποὺ οἱ τρεῖς ἄλλοι ἐπέδειξαν στὴ συνέχεια, ἡ ὁποία ἄλλωστε ἦταν καὶ ἡ αἰτία νὰ συγκαταριθμηθοῦν στὴ χορεία τῶν ἁγίων. Ὀνομάσθηκαν εἰρωνικὰ Κολλυβάδες1 ἀπὸ τοὺς ἀντιπάλους τους στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἐξ αἰτίας τοῦ ὅτι ἀντέδρασαν στὴν ἀντιπαραδοσιακὴ μεταφορὰ τῆς τελέσεως τῶν μνημοσυνῶν ἀπὸ τὸ Σάββατο στὴν Κυριακή, γιατί ὀρθὰ καὶ δίκαια ἐξετίμησαν ὅτι προσβάλλεται ἔτσι ὁ ἀναστάσιμος καὶ πανηγυρικὸς χαρακτὴρ τῆς ἡμέρας.
Αὐτὸ βέβαια ἦταν ἐντελῶς μικρὴ λεπτομέρεια μέσα στὸ ὅλο ἀνακαινιστικὸ καὶ φωτιστικό τους ἔργο - ἁπλῶς τονίσθηκε καὶ διογκώθηκε ἐσκεμμένα, ὥστε ὄχι μόνο νὰ ἀποκρυβεῖ ἡ ἄλλη τους προσφορά, ἀλλὰ καὶ νὰ συκοφαντηθοῦν οἱ ἴδιοι, γιατί ἀσχολοῦνται μὲ πράγματα μικρὰ καὶ ἀσήμαντα, ὅπως εἶναι δῆθεν τὰ μνημόσυνα καὶ τὰ κόλλυβα. Ὑπάρχουν μέχρι τῶν ἡμερῶν μας ἐρευνηταί, οἱ ὁποῖοι σμικρύνουν τὸ ἔργο καὶ τὴν προσφορά τους, βλέποντάς το μέσα ἀπὸ αὐτὸ τὸ παραμορφωτικὸ πρίσμα τῆς ἔριδος γύρω ἀπὸ τὰ μνημόσυνα. Εὐτυχῶς ποὺ τὶς τελευταῖες δεκαετίες, κατὰ τὶς ὁποῖες ἄρχισε ἡ ἑλληνικὴ ἱστορικὴ καὶ θεολογικὴ ἔρευνα νὰ ἀπελευθερώνεται σιγά-σιγά ἀπὸ τὰ δεσμά, τὶς ἐξαρτήσεις καὶ τὶς ἐπιρροὲς τῶν Δυτικῶν, ἀποκαταστάθηκε ἡ εἰκόνα τῆς προσφορᾶς τους ὡς μιᾶς εὐρύτερης φιλοκαλικὴς ἀναγέννησης, ποὺ σημειώθηκε τὸν 18ο αἰῶνα. Ἡ ἀναγέννηση αὐτὴ εἶχε ἀποφασιστικὲς ἐπιδράσεις στὴν τόνωση καὶ ἐνίσχυση τῆς παιδείας τῶν ὑποδούλων ὀρθοδόξων λαῶν καὶ στὴν διατήρηση τῆς αὐτοσυνειδησίας των, ὄχι μόνον ἀπέναντι τῶν Ὀθωμανῶν κατακτητῶν, ἀλλὰ καὶ ἀπέναντι τῶν δυτικῶν μισσιοναρίων ποὺ ὄργωναν τὶς ὀρθόδοξες χῶρες, ἀσκῶντας προσηλυτισμὸ μὲ ἀθέμιτα μέσα, πρὸ παντὸς ὅμως ἐκμεταλλευόμενοι τὴν ἀμάθεια, τὴν δουλεία καὶ τὴν φτώχεια τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν.
Ὁ κίνδυνος τοῦ ἐξισλαμισμοῦ καὶ τοῦ ἐκλατινισμοῦ ἦταν ἐξ ἴσου μεγάλος, μεγαλύτερος μάλιστα ὁ δεύτερος, λόγῳ τῆς ὁμοιότητος στὴ θρησκεία καὶ τοῦ ὑψηλοῦ πολιτιστικοῦ ἐπιπέδου τῶν Δυτικῶν, ποὺ διευκόλυναν τὴν ἀφομοίωση, ἐνῷ ὡς πρὸς τὸ ἀλλόθρησκο Ἰσλὰμ ἡ αἴσθηση τῆς διαφορᾶς καὶ τῆς ὑπεροχῆς δημιουργοῦσε κάποιους φραγμοὺς καὶ ἐπιφυλάξεις. Ἔχει καταντήσει κλασικὴ ἡ ρήση τοῦ ἄλλου ἐπίσης μεγάλου διδασκάλου καὶ ἁγίου τῆς ἰδίας ἐποχῆς, τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, μὲ τὴν ὁποία ἐξηγεῖ γιατί ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ σκλαβωθοῦμε στοὺς Τούρκους καὶ ὄχι στοὺς Φράγκους, «Τριακόσιους χρόνους μετὰ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἔστειλεν ὁ Θεὸς τὸν ἅγιον Κωνσταντῖνον καὶ ἐστερέωσε βασίλειον χριστιανικὸν καὶ τὸ εἶχαν Χριστιανοὶ τὸ βασίλειον 1150 χρόνους. Ὕστερον τὸ ἐσήκωσεν ὁ Θεὸς ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς καὶ ἔφερε τὸν Τοῦρκον καὶ τοῦ τὸ ἔδωσε διὰ ἰδικόν μας καλόν, καὶ τὸ ἔχει ὁ Τοῦρκος 320 χρόνους (1453+320=1773). Καὶ διατὶ ἔφερεν ὁ Θεὸς τὸν Τοῦρκον καὶ δὲν ἔφερεν ἄλλο γένος; Διὰ ἰδικόν μας συμφέρον διότι τὰ ἄλλα ἔθνη θὰ μᾶς ἔβλαπτον εἰς τὴν πίστιν, ὁ δὲ Τοῦρκος ἄσπρα ἅμα τοῦ δώσης, κάμνεις ὅ,τι θέλεις».
Γιὰ νὰ ἀποφευχθοῦν πάντως οἱ ἐξισλαμισμοὶ καὶ οἱ ἐκλατινισμοὶ καὶ νὰ μὴ γίνουν ποτάμι ἀπὸ μικροὶ χείμαροι καὶ ἀφανίσουν τὸ Γένος στὴν πορεία τους, χρειαζόταν ὁ φραγμὸς καὶ οἱ ρίζες τῆς παιδείας, μετὰ μάλιστα ἀπὸ τὸ βαθὺ σκοτάδι τῆς ἀπαιδευσίας καὶ τῆς ἀμάθειας τῶν προηγουμένων αἰώνων. Ὅ,τι ἔκανε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς μὲ τὶς περιοδεῖες του καὶ τὴν ἵδρυση σχολείων σὲ λαϊκὸ ἐπίπεδο, ἔκαναν σὲ ὑψηλότερη βαθμίδα οἱ Κολλυβάδες Ἅγιοι ἐκδίδοντας καὶ ἑρμηνεύοντας κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, βίους καὶ ἀκολουθίες ἁγίων, ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας, ἀκόμη καὶ σχολικὰ ἐγχειρίδια Γραμματικῆς, Ρητορικῆς, Φιλοσοφίας καὶ μάλιστα θύραθεν συγγραφέων, ἀρχαίων Ἑλλήνων καὶ Δυτικῶν. Αὐτὸ ποὺ προεῖχε ἦταν νὰ φωτισθεῖ τὸ Γένος καὶ νὰ σταθεῖ στὴν πίστη καὶ στὶς παραδόσεις τῶν Πατέρων, νὰ διασωθεῖ ὁ ἑλληνορθόδοξος πολιτισμός. Ἔπρεπε στὰ σχολεῖα ποὺ ἄρχισαν νὰ πυκνώνουν, στοὺς δασκάλους, στοὺς μοναχούς, στοὺς κληρικοὺς νὰ ἐξασφαλισθεῖ ἡ δυνατότης νὰ κατανοοῦν τὰ ἑλληνικὰ κείμενα μὲ τὴ σχολικὴ παιδεία, ἀλλὰ καὶ νὰ τοὺς προσφερθοῦν τέτοια κείμενα μὲ ἐκδόσεις, γιατί τὰ χειρόγραφα ἐσπάνιζαν, κρυμμένα σὲ μοναστηριακὲς βιβλιοθῆκες ἢ συλημένα ἀπὸ ἐπιτηδείους ξένους περιηγητάς.
Μπορεῖ μάλιστα κανεὶς νὰ ἐντοπίσει μέσα στὴν ἐντυπωσιακὴ πράγματι ἐκπαιδευτικὴ καὶ συγγραφικὴ δραστηριότητά τους καὶ εἰδικὴ τάση καὶ δράση ἀπέναντι στὸν κίνδυνο τῶν ἐξισλαμισμῶν καὶ τῶν ἐκλατινισμῶν. Εἶναι γνωστὸν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Νεομάρτυρες εἶχαν ὡς «ἀλείπτας», ὡς προπονητὰς θὰ ἐλέγαμε, οἱ ὁποῖοι ψυχολογικὰ τοὺς ἐτόνωναν καὶ τοὺς ἐστήριζαν στὸ δρόμο τοῦ μαρτυρίου, Κολλυβάδες ἁγίους, ὅπως τὸν Ἅγιο Μακάριο καὶ τὸν Ἅγιο Νικόδημο Ἁγιορείτη. Καὶ εἶναι βέβαιο πὼς ὅσα μὲ παρρησία λέγουν πολλοὶ Νεομάρτυρες στὶς ἀπολογίες τους ἀπέναντι τῶν Τούρκων δικαστῶν, προβάλλοντας τὴν ὑπεροχὴ τῆς Χριστιανικῆς πίστεως ἀπέναντι στὴν θρησκεία τοῦ Μωάμεθ, τὴν ὁποία ὑποτιμοῦν καὶ ἀπορρίπτουν, ἀπηχοῦν τὴ διδασκαλία τῶν Κολλυβάδων Ἁγίων. Πολλοὺς ἀπὸ τοὺς διαλόγους αὐτοὺς τῶν Νεομαρτύρων μὲ τοὺς Τούρκους δικαστάς, ποὺ θυμίζουν τὰ ἀρχαῖα μαρτυρολόγια, διέσωσε ὁ Ἅγιος Νικόδημος στὸ «Νέο Μαρτυρολόγιο». Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο πρέπει νὰ ἑρμηνευθοῦν καὶ τὰ εἰδικὰ ἀντιλατινικὰ ἔργα τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου Πάριου «Ἀντίπαπας», «Οὐρανοῦ κρίσις», «Ὁ Παλαμᾶς ἐκεῖνος», καὶ ὅσα ἄλλα σὲ εἰδικὰ ἢ μὴ ἔργα γράφουν γιὰ τὶς ἐκτροπὲς καὶ τὶς πλάνες τῶν Λατίνων ὅλοι τους.
Ἡ προσφορὰ βέβαια τῶν Κολλυβάδων στὸ χῶρο τῆς παιδείας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ δὲν περιορίζεται μόνο στὴν ἐνίσχυση τῆς αὐτοσυνειδησίας τῶν Ὀρθοδόξων ἀπέναντι στὸν διπλὸ κίνδυνο τῶν ἐπιρροῶν καὶ ἀφομοιώσεων ἀπὸ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, ποὺ εἶναι καὶ αὐτὴ πολὺ μεγάλη. Ἔχει καὶ μία ἄλλη, ἐξ ἴσου εὐρεῖα διάσταση, στὸν χῶρο τῆς ὁποίας φάνηκε ὅτι δὲν εἶχαν τότε τόσο μεγάλη ἐπιτυχία, ὄχι γιατί ἡ διδασκαλία τους δὲν εἶχε ἀπήχηση, ἀλλὰ διότι δυστυχῶς ὁ Ἑλληνισμὸς καὶ ἡ Ὀρθοδοξία ποὺ ἐδημιούργησαν ἕνα οἰκουμενικὸ κράτος μὲ οἰκουμενικὴ ἀκτινοβολία, τὴν Ρωμιοσύνη τοῦ Βυζαντίου, ποὺ ἄντεχε καὶ κρατοῦσε ὄρθια τὴν ψυχὴ καὶ τὸ πνεῦμα του καὶ κάτω ἀπὸ τὴ σκληρὴ δουλεία τῶν κατακτητῶν, μετὰ τὸ 1821 δέχθηκαν σοβαρὰ πλήγματα.
Τὸ νέο κράτος ἀποκόπηκε βίαια ἀπὸ τὴν ἑλληνορθόδοξη παράδοση, ἐγκατέλειψε τὴν παραδοσιακὴ ἑλληνοχριστιανικὴ παιδεία καὶ ἐστράφη καθοδηγούμενο καὶ κηδεμονευόμενο ἀπὸ τὴ Δύση ἐναντίον τῆς Βυζαντινῆς του κληρονομιᾶς, τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Πατέρων, τῶν ἱερῶν καὶ ὄσιων τοῦ Γένους.
Εἶναι γνωστὸν ὅτι οἱ Κολλυβάδες Ἅγιοι ἦλθαν σὲ σύγκρουση, ἰδιαίτερα ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος Πάριος, μὲ τοὺς εὐρωπαϊστὰς καὶ εὐρωπαΐζοντας ἐκπροσώπους τοῦ Νεοελληνικοῦ Διαφωτισμοῦ, οἱ ὁποῖοι υἱοθέτησαν τὶς ἰδέες τοῦ Γαλλικοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, ἀκόμη καὶ τὴν ἀθεΐα τοῦ Βολταίρου, καὶ προσπάθησαν νὰ στρέψουν τὴν πορεία τοῦ νεοελληνικοῦ πολιτισμοῦ πρὸς τὴν κλασικὴ ἀρχαιότητα, ἐκθειάζοντας καὶ προβάλλοντας τὴν θύραθεν, τὴν κοσμικὴ σοφία καὶ γνώση καὶ ὑποτιμῶντας ἢ ἀγνοῶντας τὴν θεία σοφία.
Ὁ ὀρθὸς λόγος, ἡ ἐπιστήμη, ἡ γνώση, ἡ ἐλευθερία ἦσαν οἱ νέες θεότητες τοῦ κηρύγματος τοῦ Διαφωτισμοῦ. Ἡ βυζαντινὴ σύνθεση, ὅπου κατορθώθηκε ἡ διάσωση καὶ ἡ ἐνίσχυση τῶν ὑγιῶν στοιχείων τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος στὴν ὑπηρεσία τοῦ θείου κηρύγματος τῆς ἀγάπης, τῆς ταπεινώσεως, τῆς καταλλαγῆς ποὺ ἀπέρρεαν ἀπὸ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Σταυροῦ, ἐγκαταλείφθηκε καὶ ὑποτιμήθηκε. Ἦταν οὐσιαστικῶς ἕνας νέος διωγμὸς ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ὑπὸ ἄλλη μορφή, ποὺ συγγενεύει πολὺ μὲ τὴν ἀπόπειρα τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου, τὸν 4ο αἰῶνα, νὰ ἀναβιώσει τὸν ἀκραιφνῆ Ἑλληνισμὸ ἐναντίον τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τοῦ Βαρλαὰμ τοῦ Καλαβροῦ, τὸν 14ο αἰῶνα, νὰ περάσει, μέσα στὸ ὀρθόδοξο Βυζάντιο, τὸν σχολαστικισμὸ καὶ ὀρθολογισμὸ τῆς Δυτικῆς Ἀναγέννησης, ἀπορρίπτοντας τὴν δοκιμασμένη μέθοδο φωτισμοῦ καὶ τελειώσεως τῶν Πατέρων τῆς Ἀνατολῆς, ποὺ ἔδιναν τὰ πρωτεῖα στὴ θεία σοφία χωρὶς νὰ ἀπορρίπτουν τὴν κοσμική, τὴν ἀνθρώπινη.
Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι τοῦ 4ου αἰῶνος, ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος θεολόγος καὶ ὁ Ἰωάννης Χρυσόστομος, μὲ τὴν ἔξοχη ἑλληνικὴ παιδεία τους, ὅπως καὶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, τὸν 14ο αἰῶνα, δὲν ἐπέτρεψαν τὴν ὀπισθοδρόμηση πρὸς ἕνα νοσηρὸ κλασικισμὸ ποὺ τοποθετεῖ τὸ κτιστὸ πάνω ἀπὸ τὸ ἄκτιστο, τὴν ἀνθρώπινη σοφία πάνω ἀπὸ τὴν θεϊκὴ σοφία, τὰ ἄθεα γράμματα πάνω ἀπὸ τὰ θεωτικά, ὅπως ἔλεγε ὁ ὅσιος μοναχὸς Χριστόφορος Παπουλάκος, βλέποντας τὴν ἐσφαλμένη πορεία ποὺ ἀκολούθησαν μετὰ τὸ 1821 οἱ δυτικοτραφεῖς λόγιοι καὶ κληρικοὶ υἱοθετῶντας πλήρως τὶς θέσεις τῶν Εὐρωπαίων Διαφωτιστῶν.
Ἀξιοσημείωτο εἶναι ὅτι οἱ ἀγωνισταὶ τοῦ 1821, ὁ Κολοκοτρώνης, ὁ Μακρυγιάννης, ὁ Παπαφλέσσας καὶ ἄλλοι, γαλουχημένοι μὲ τὸ πνεῦμα τῆς παραδόσεως τῶν Κολλυβάδων, βρέθηκαν προδομένοι καὶ στὸ σημεῖο αὐτό. Ἀγωνίσθηκαν γιὰ νὰ ἀπελευθερώσουν σωματικὰ τοὺς Ἕλληνες ἀπὸ τοὺς Τούρκους, καὶ εἶδαν τὴν Ἑλλάδα νὰ ὑποδουλώνεται πνευματικά, νὰ παραδίδει τὴν ψυχή, τὸ πνεῦμα της στοὺς Εὐρωπαίους. Ὁ ἐκλατινισμὸς ἐπανῆλθε μὲ τὴ μορφὴ τοῦ ἐξευρωπαϊσμοῦ καὶ τοῦ ἐκδυτικισμοῦ. Ἡ Δύση ποὺ δὲν μπόρεσε οὔτε στὸ ἐλεύθερο Βυζάντιο μὲ τὸν Βαρλαὰμ Καλαβρὸ νὰ «διαφωτίσει», δηλαδὴ νὰ σκοτίσει τοὺς Ἕλληνες, γιατί ἀντέδρασε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς μὲ τὸ κίνημα τοῦ Ἡσυχασμοῦ, οὔτε στὴν Τουρκοκρατία, λόγῳ τοῦ νέου φιλοκαλικοῦ - ἡσυχαστικοῦ κινήματος τῶν Κολλυβάδων, ἐπεχείρησε νὰ πάρει τὴ ρεβὰνς, μετὰ τὸ 1821, θέτοντας ὑπὸ πνευματικὴ κηδεμονία τὸ νεοελληνικὸ κράτος, τὴν παιδεία καὶ τὸν πολιτισμό του. Φαίνεται, ὅμως, ὅτι καὶ πάλι βγαίνει νικημένη. Οἱ δυσφημισμένοι ἀκόμη καὶ κατὰ τὸ ὄνομα Κολλυβάδες ἐπηρεάζουν τώρα βαθύτατα τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ ζωὴ ὡς γνήσιοι συνεχιστὲς τῆς πατερικῆς ἡσυχαστικῆς παραδόσεως. Τὸ Ἅγιον Ὄρος ποὺ τοὺς ἐξέθρεψε, ὅπως καὶ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, μπορεῖ νὰ καυχᾶται γιὰ τοὺς μεγάλους αὐτοὺς διδασκάλους τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Γένους.
Πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση, Θεοδρομία, τεῦχος 7, Ἰούλιος – Σεπτέμβριος 2000
Ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ κινήματος ὡς φιλοκαλικὴς ἀναγέννησης ἐπεκράτησε μετά τὴ μελέτη τοῦ Μητροπολίτου Μαυροβουνίου Ἀμφιλοχίου Ράντοβιτς, «Ἡ φιλοκαλικὴ ἀναγέννησις τοῦ ΙΗ΄ καὶ ΙΘ΄ αἰ. καὶ οἱ πνευματικοὶ καρποί της», Ἀθῆναι 1984. Δὲν παραθέτουμε ἐδῶ τὴ σχετικὴ μὲ τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων βιβλιογραφία. Γιὰ τοὺς δύο ἐξ αὐτῶν ἔγιναν στὶς ἡμέρες μας ἐπιστημονικὰ συνέδρια, ἕνα γιὰ τὸν Ἀθανάσιο Πάριο στὴν Πάρο, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1998, καὶ ἕνα γιὰ τὸν Ἅγιο Νικόδημο Ἁγιορεῖτη στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Νικόδημου στὴ Γουμένισσα Κιλκίς, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1999, μὲ ἐνδιαφέρουσες εἰσηγήσεις καὶ πλήρη βιβλιογραφικὴ κάλυψη. Ἐντός τοῦ ἔτους θὰ κυκλοφορήσουν τὰ πρακτικὰ καὶ τῶν δύο συνεδρίων. Στὸν Ἅγιο Ἀθανάσιο Πάριο ἀναφέρονται, ἐπίσης, ὀκτὼ εἰσηγήσεις ποὺ ἔγιναν κατὰ τὸ ἐπιστημονικὸ συνὲδριο ποὺ ἔγινε στὴν Πάρο, τὸ Σεπτέμβριο τοῦ 1996, γιὰ τὴν Ἑκατονταπυλιανή. Τὰ πρὰκτικά ἔχουν ἐκδοθῇ ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Προσκύνημα Παναγίας Ἑκατονταπυλιανὴς Πάρου· «Ἡ Ἑκατονταπυλιανὴ καὶ ἡ Χριστιανικὴ Πάρος», Πρακτικὰ Ἐπιστημονικοῦ Συμποσὶου (Πάρος 15-19 Σεπτεμβρίου 1996), Πάρος 1998.