Συνέπειες τῆς ἀγωγῆς τῆς θεώσεως
Ἡ ἀγωγὴ ποὺ δίδει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας μὲ τὴν θεία Λατρεία, τὴν Πατερικὴ θεολογία, τὸν Μοναχισμό, εἶναι ἀγωγὴ θεώσεως, ἀγωγὴ θεανθρωποκεντρική, μὲ κέντρο τὸν Θεάνθρωπο Χριστό.
Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης | Ἁγιορεῖτες Πατέρες | Νηπτική Θεωρία

Συνέπειες τῆς ἀγωγῆς τῆς θεώσεως
Ἡ ἀγωγὴ ποὺ δίδει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας μὲ τὴν θεία Λατρεία, τὴν Πατερικὴ θεολογία, τὸν Μοναχισμό, εἶναι ἀγωγὴ θεώσεως, ἀγωγὴ θεανθρωποκεντρική, μὲ κέντρο τὸν Θεάνθρωπο Χριστό.
Αὐτὴ δίδει μεγάλη χαρὰ στὴν ζωή μας, ὅταν γνωρίζουμε τί μεγάλο προορισμὸ ἔχουμε, τί μακαριότης μᾶς ἀναμένει.
Γλυκαίνει τὸν πόνο σὲ κάθε δοκιμασία καὶ στεναχώρια τῆς ζωῆς μὲ τὴν προοπτικὴ τῆς θεώσεως.
Ὅταν ἀγωνιζόμαστε μὲ προοπτικὴ τὴν θέωση, ἀλλάζει πρὸς τὸ καλύτερο καὶ στάση μας ἔναντι τῶν συνανθρώπων μας. Ὅταν δηλαδὴ βλέπουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο ὡς ὑποψήφιους θεούς. Πόσο βαθαίνει καὶ οὐσιαστικοποιεῖται τότε καὶ ἡ ἀγωγὴ ποὺ δίδουμε στὰ παιδιά μας! Πόσο θεάρεστα, ἀγαποῦν τότε καὶ σέβονται ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα τὰ παιδιά τους, αἰσθανόμενοι τὴν εὐθύνη καὶ ἱερὴ ἀποστολὴ ποὺ ἔχουν ἀπέναντί τους, νὰ τὰ βοηθήσουν νὰ πετύχουν τὴν θέωση, τὸν σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ τὰ ἔφεραν στὸν κόσμο! Καὶ φυσικὰ πῶς θὰ τὰ βοηθήσουν, ἂν οἱ ἴδιοι δὲν κατευθύνονται πρὸς αὐτὸν τὸν σκοπό, τὴν θέωση; Ἀλλὰ καὶ πόση ἐκτίμηση θὰ ἔχουμε στὸν ἑαυτό μας, χωρὶς ἐγωισμὸ καὶ ὑπερηφάνεια ἀντίθεη, ὅταν συναισθανόμαστε ὅτι εἴμαστε πλασμένοι γι᾿ αὐτὸν τὸν μεγάλο σκοπό!
Λέγουν μάλιστα οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἔτσι, ξεπερνώντας τὴν ἀνθρωποκεντρικὴ φιλοσοφία τοῦ ἐγωισμοῦ καὶ τῆς φιλαυτίας μας, γινόμαστε πραγματικὰ πρόσωπα, ἀληθινοὶ ἄνθρωποι. Συναντοῦμε τὸν Θεὸ μὲ σεβασμὸ καὶ ἀγάπη, ἀλλὰ καὶ τὸν συνάνθρωπο μὲ ἐκτίμηση κι ἀληθινὴ ἀξιοπρέπεια, βλέποντάς τον ὄχι ὡς σκεῦος ἡδονῆς καὶ ἐκμεταλλεύσεως ἀλλὰ ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ προορισμένο γιὰ τὴν θέωση.
Ὅσο εἴμαστε κλεισμένοι στὸν ἑαυτό μας, στὸ ἐγώ μας, εἴμαστε ἄτομα, ὄχι ὅμως πρόσωπα. Μόλις ἐξέλθουμε ἀπὸ τὴν κλειστὴ ἀτομική μας ὕπαρξη κι ἀρχίσουμε, σύμφωνα μὲ τὴν ἀγωγὴ τῆς θεώσεως - μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ καὶ τὴν δική μας συνέργεια - νὰ ἀγαποῦμε, νὰ προσφερόμαστε ὅλο καὶ περισσότερο σ᾿ Αὐτὸν καὶ τὸν πλησίον μας, γινόμαστε πρόσωπα ἀληθινά. Ὅταν δηλαδὴ τὸ ἐγώ μας συναντήσει τὸ Σὺ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ σὺ τοῦ ἀδελφοῦ, τότε ἀρχίζουμε νὰ βρίσκουμε τὸν χαμένο ἑαυτό μας. Ἀφοῦ μέσα στὴν κοινωνία τῆς θεώσεως, γιὰ τὴν ὁποία πλασθήκαμε, μποροῦμε νὰ ἀνοιγόμαστε, νὰ ἐπικοινωνοῦμε, νὰ χαιρόμαστε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον πραγματικὰ κι ὄχι φίλαυτα.
Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ ἦθος τῆς θείας Λειτουργίας, στὴν ὁποία μαθαίνουμε νὰ ξεπερνοῦμε τὸ στενό, ἀτομικό μας συμφέρον, στὸ ὁποῖο μᾶς ἐξωθεῖ ὁ διάβολος, ἡ ἁμαρτία καὶ τὰ πάθη μας, καὶ νὰ ἀνοιγόμαστε σὲ κοινωνία θυσίας καὶ ἀγάπης ἐν Χριστῷ.
Ἀναπαύει καὶ ὁλοκληρώνει πραγματικὰ τὸν ἄνθρωπο ἡ αἴσθηση αὐτὴ τῆς μεγάλης κλήσεώς του, δηλαδὴ τῆς θεώσεως.
Ὁ ὀρθόδοξος ἀνθρωπισμὸς τῆς Ἐκκλησίας μας βασίζεται σ᾿ αὐτὴν τὴν μεγάλη κλήση τοῦ ἀνθρώπου, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀξιοποιεῖ στὸ ἔπακρο ὅλες τὶς δυνάμεις του.
Ποιὸς ἄλλος ἀνθρωπισμός, ὅσο προοδευτικὸς καὶ φιλελεύθερος κι ἂν φαίνεται, εἶναι τόσο ἐπαναστατικὸς ὅσο ὁ ἀνθρωπισμὸς τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο Θεό; Τέτοιο ὄντως ὑψηλὸ ἀνθρωπισμὸ μόνο ἡ Ἐκκλησία ἔχει.
Γι᾿ αὐτὸ ἰδιαίτερα σήμερα, ποὺ πολλοὶ προσπαθοῦν νὰ ξεγελάσουν τοὺς ἀνθρώπους, καὶ κυρίως τοὺς νέους, προβάλλοντας τοὺς ψευτοανθρωπισμούς τους, οἱ ὁποῖοι κατ᾿ οὐσίαν κολοβώνουν τὸν ἄνθρωπο καὶ δὲν τὸ ὁλοκληρώνουν, ἔχει μεγάλη σημασία ὁ τονισμὸς αὐτῆς τῆς ἀγωγῆς τῆς Ἐκκλησίας.
Πρόλογος
Εἶναι πολὺ τολμηρὸ νὰ ὁμιλεῖ κάποιος γιὰ τὴν θέωση, ὅταν δὲν τὴν ἔχει γευθεῖ. Τολμήσαμε ὅμως τὰ ὑπὲρ δύναμιν θαρροῦντες εἰς τὰ ἐλέη τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ θέωσις, ὡς σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου
Τὸ θέμα τοῦ προορισμοῦ τῆς ζωῆς μας εἶναι πολὺ σοβαρό, διότι ἀφορᾶ τὸ σπουδαιότερο ζήτημα γιὰ τὸν ἄνθρωπο: Γιὰ ποιὸ σκοπὸ εὑρισκόμαστε πάνω στὴν γῆ. Ἂν ὁ ἄνθρωπος τοποθετηθεῖ σωστὰ στὸ θέμα αὐτό, ἂν εὕρῃ τὸν πραγματικό του προορισμό, τότε μπορεῖ νὰ τοποθετηθεῖ σωστὰ καὶ στὰ ἐπὶ μέρους καὶ καθημερινὰ ζητήματα τῆς ζωῆς του, ὅπως εἶναι οἱ σχέσεις του μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, οἱ σπουδές του, τὸ ἐπάγγελμα, ὁ γάμος, ἡ ἀπόκτησις καὶ ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν. Ἂν ὅμως δὲν τοποθετηθεῖ σωστὰ σ᾿ αὐτὸ τὸ βασικὸ θέμα, τότε θὰ ἀποτύχει καὶ στοὺς ἐπὶ μέρους σκοποὺς τῆς ζωῆς. Διότι τί νόημα μποροῦν νὰ ἔχουν οἱ ἐπὶ μέρους σκοποί, ὅταν στὸ σύνολό της ἡ ἀνθρώπινη ζωὴ δὲν ἔχει νόημα;
Ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Θεοῦ αἰτία τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου
Λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο θεό. Δὲν θὰ μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος νὰ πετύχει τὴν θέωση ἂν ὁ θεὸς δὲν εἶχε σαρκωθεῖ.
Ἡ συμβολὴ τῆς Θεοτόκου στὴν θέωσι τοῦ ἀνθρώπου
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς δίδει αὐτὴν τὴν δυνατότητα, νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἐπανέλθουμε στὸν πρωταρχικὸ σκοπὸ ποὺ εἶχε τάξει ὁ Θεὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Γι᾿ αὐτὸ ἀναγγέλλεται ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὡς ἡ ὁδός, ἡ θύρα, ὁ ποιμὴν ὁ καλός, ἡ ζωή, ἡ ἀνάσταση, τὸ φῶς. Εἶναι ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος διορθώνει τὸ λάθος τοῦ πρώτου Ἀδάμ. Ὁ πρῶτος Ἀδὰμ μᾶς χώρισε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὴν ἀνυπακοή του καὶ τὸν ἐγωισμό του. Ὁ δεύτερος Ἀδάμ, ὁ Χριστός, μᾶς ἐπαναφέρει πάλι στὸν Θεὸ μὲ τὴν ἀγάπη Του καὶ τὴν ὑπακοή Του πρὸς τὸν Πατέρα, ὑπακοὴ μέχρι θανάτου, «θανάτου δὲ σταυροῦ». Προσανατολίζει πάλι τὴν ἐλευθερία μας πρὸς τὸν Θεό, ἔτσι ὥστε προσφέροντάς την σ᾿ Αὐτὸν νὰ ἑνωνόμαστε μαζί Του.
Ἡ Ἐκκλησία, ὁ χῶρος τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου
Ὅσοι θέλουν νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν Χριστὸ καὶ διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα γνωρίζουν ὅτι αὐτὴ ἡ ἕνωσις γίνεται στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ἁγία μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Ἕνωσις ὄχι βέβαια μὲ τὴν Θεία οὐσία, ἀλλὰ μὲ τὴν θεωμένη ἀνθρώπινη φύσι τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἕνωσις ὅμως αὐτὴ μὲ τὸν Χριστὸ δὲν εἶναι ἐξωτερική, οὔτε ἁπλῶς ἠθική.
Ἡ θέωσις δυνατὴ διὰ τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ
Στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ πετύχει τὴν θέωση, ἐπειδὴ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἄκτιστος. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μόνο οὐσία, ὅπως νομίζουν οἱ Δυτικοί, ἀλλὰ εἶναι καὶ ἐνέργεια. Ἐὰν ὁ Θεὸς ἦταν μόνο οὐσία, δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ ἑνωθοῦμε, νὰ κοινωνήσουμε μαζί Του, διότι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι φοβερὴ καὶ ἀπρόσιτη στὸν ἄνθρωπο, κατὰ τὸ «οὐ γὰρ μὴ ἰδῆ ἄνθρωπος τὸ πρόσωπόν μου καὶ ζήσεται» (Ἐξ. λγ´, 20).
Προϋποθέσεις γιὰ τὴν θέωσι
Λέγουν βέβαια οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία μποροῦμε νὰ ἐπιτύχουμε τὴν θέωση. Ὅμως ἡ θέωσις εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶναι κάτι ποὺ ἐπιτυγχάνουμε ἐμεῖς μόνοι μας. Φυσικὰ πρέπει νὰ θέλουμε, νὰ ἀγωνιζόμαστε καὶ νὰ προετοιμαζόμαστε, γιὰ νὰ εἴμαστε ἄξιοι, ἱκανοὶ καὶ δεκτικοὶ νὰ δεχθοῦμε καὶ νὰ φυλάσσουμε τὸ μεγάλο αὐτὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ, ἐφ᾿ ὅσον ὁ Θεὸς δὲν θέλει τίποτε νὰ κάνη σ᾿ ἐμᾶς χωρὶς τὴν ἐλευθερία μας. Πλὴν ὅμως ἡ θέωσις εἶναι δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ οἱ ἅγιοι Πατέρες λέγουν ὅτι ἐμεῖς μὲν πάσχουμε τὴν θέωση, ὁ Θεὸς δὲ ἐνεργεῖ τὴν θέωση.
Ἐμπειρίες τῆς θεώσεως
Οἱ ἐμπειρίες τῆς θεώσεως εἶναι ἀνάλογες μὲ τὴν κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο περισσότερο καθαρισθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὰ πάθη, τόσο ἀνώτερη ἐμπειρία λαμβάνει τοῦ Θεοῦ, βλέπει τὸν Θεό, κατὰ τὸ «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. ε´ 8).
Ἀποτυχία πολλῶν ἀνθρώπων νὰ φθάσουν στὴν θέωσι
Ἐνῶ λοιπὸν ἔχουμε κληθεῖ γιὰ αὐτὸν τὸν μεγάλο σκοπό, νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεὸ νὰ γίνουμε θεοὶ κατὰ Χάριν καὶ νὰ ἀπολαύσουμε αὐτὴ τὴν μεγάλη εὐλογία, γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ἔπλασε ὁ Πλάστης καὶ Δημιουργός μας, ἐμεῖς πολλὲς φορὲς ζοῦμε σὰν νὰ μὴ ὑπάρχει αὐτὸ ὁ μεγάλος, ὁ ὑψηλὸς στόχος. Κι ἔτσι γεμίζει ἀποτυχία ἡ ζωή μας.
Συνέπειες τῆς ἀγωγῆς τῆς θεώσεως
Ἡ ἀγωγὴ ποὺ δίδει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας μὲ τὴν θεία Λατρεία, τὴν Πατερικὴ θεολογία, τὸν Μοναχισμό, εἶναι ἀγωγὴ θεώσεως, ἀγωγὴ θεανθρωποκεντρική, μὲ κέντρο τὸν Θεάνθρωπο Χριστό.
Συνέπειες τῆς ἀγωγῆς ποὺ δὲν ὁδηγεῖ στὴν θέωσι
Σήμερα οἱ νέοι ἄνθρωποι ζητοῦν ἐμπειρίες. Δὲν ἀρκοῦνται σὲ μία ὑλιστικὴ ζωή, σὲ μία ὀρθολογιστικὴ κοινωνία, ὅπως τοὺς τὴν παραδίδουμε οἱ μεγαλύτεροι. Τὰ παιδιά μας, ποὺ εἶναι εἰκόνες Θεοῦ, "κεκελευσμένοι θεοί", ζητοῦν κάτι πέρα ἀπὸ τὰ λογικὰ σχήματα μιᾶς ὑλιστικῆς φιλοσοφίας καὶ ἀθέου παιδείας ποὺ τοὺς προσφέρουμε. Ζητοῦν ἐμπειρίες ἀληθινῆς ζωῆς. Δὲν τοὺς ἀρκεῖ μάλιστα νὰ ἀκοῦν γιὰ τὸν Θεό. Ἐπιθυμοῦν τὴν ἐμπειρία Του, τὸ φῶς Του, τὴν Χάρι Του. Κι ἐπειδὴ δὲν γνωρίζουν πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτούς, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ τοὺς ἀναπαύσει, ἔχει τὴν ἐμπειρία ποὺ διψοῦν, μάταια ἀναζητοῦν καὶ καταφεύγουν σὲ διάφορα ἄλλα φθηνὰ ὑποκατάστατα, προκειμένου νὰ εὕρουν κάτι τὸ ἐξωλογικό, τὸ ὑπέρλογο.