Πρόλογος
Εἶναι πολὺ τολμηρὸ νὰ ὁμιλεῖ κάποιος γιὰ τὴν θέωση, ὅταν δὲν τὴν ἔχει γευθεῖ. Τολμήσαμε ὅμως τὰ ὑπὲρ δύναμιν θαρροῦντες εἰς τὰ ἐλέη τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης | Ἁγιορεῖτες Πατέρες | Νηπτική Θεωρία

ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Εἶναι πολὺ τολμηρὸ νὰ ὁμιλεῖ κάποιος γιὰ τὴν θέωση, ὅταν δὲν τὴν ἔχει γευθεῖ. Τολμήσαμε ὅμως τὰ ὑπὲρ δύναμιν θαρροῦντες εἰς τὰ ἐλέη τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Γιὰ νὰ μὴ κρύψουμε ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς ἀδελφούς μας τὸν ὕψιστο καὶ τελικὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας, γιὰ τὸν ὁποῖο πλασθήκαμε.
Γιὰ νὰ γίνει σαφὲς ὅτι ἡ μόνη ὀρθόδοξος ποιμαντικὴ εἶναι ἡ ποιμαντική της θεώσεως καὶ ὄχι τῆς κατὰ τὰ δυτικὰ πρότυπα ἠθικῆς τελειοποιήσεως τοῦ ἀνθρώπου χωρὶς τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ.
Γιὰ νὰ ποθήσουμε ὅλοι τὰ κρείττονα καὶ ἔτσι νὰ ἀγωνισθοῦμε γιὰ τὰ ὑψηλὰ καὶ μόνα δυνάμενα νὰ ἀναπαύσουν κατὰ βάθος τὴν δίψα τῆς ψυχῆς γιὰ τὸ Ἀπόλυτο, τὸν Τριαδικὸ Θεό.
Γιὰ νὰ πλημμυρίσουμε ἀπὸ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Πλάστη καὶ Δημιουργό μας γιὰ τὸ μεγάλο δῶρο Του, τὴν κατὰ Χάριν θέωσή μας.
Γιὰ νὰ νοιώσουμε τὸ ἀναντικατάστατο τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ὡς τῆς μόνης ἐπὶ γῆς κοινωνίας θεώσεως.
Γιὰ νὰ φανεῖ τὸ μεγαλεῖο καὶ ἡ ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας, ποὺ μόνη αὐτὴ διδάσκει καὶ παρέχει τὴν θέωση στὰ μέλη της.
Γιὰ νὰ παρηγορηθοῦν οἱ ψυχές μας ποὺ ὅσο καὶ ἂν ἔχουν δηλητηριαστεῖ καὶ σκοτισθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, λαχταροῦν τὸ φῶς τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ.
Ἐλεήμων Κύριε, εὐδόκησε, ἐν τῇ ἀπείρῳ ἀγάπῃ Σου, νὰ μᾶς ἀξιώσεις νὰ εἰσέλθουμε στὴν ὁδὸ τῆς θεώσεως, πρὶν νὰ ἀπέλθουμε ἀπὸ τὸν παρόντα πρόσκαιρο κόσμο.
Ἐλεήμων Κύριε, ὁδήγησε στὴν ἀναζήτηση τῆς θεώσεως τοὺς Ὀρθόδοξους ἀδελφούς μας, ποὺ δὲν χαίρονται γιατὶ ἀγνοοῦν τὸ μεγαλεῖο τῆς κλήσεώς των ὡς «κεκελευσμένων θεῶν».
Ἐλεήμων Κύριε, ὁδήγησε καὶ τὰ βήματα τῶν ἑτεροδόξων Χριστιανῶν στὴν ἐπίγνωση τῆς Ἀλήθειάς Σου, γιὰ νὰ μὴν μείνουν ἔξω τοῦ Νυμφῶνος Σου, στερημένοι τῆς Χάριτος τῆς θεώσεως.
Ἐλεήμων Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς καὶ τὸν κόσμον Σου! Ἀμήν.
Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος.
Σημείωσις:
Τὸ κείμενο αὐτὸ ἀποτελεῖ ἐπεξεργασία ὁμιλιῶν μου ποὺ κατὰ καιροὺς ἐξεφωνήθησαν σὲ διάφορες πόλεις τῆς Ἑλλάδος κατόπιν προσκλήσεως ὑπὸ τῶν οἰκείων Σεβασμιότατων Μητροπολιτῶν.
Ἔτσι κατανοεῖται τὸ ὕφος τοῦ πονήματος ποὺ περιέχει ἀπομαγνητοφωνημένα ἀποσπάσματα τῶν ὁμιλιῶν.
Σημειωτέον ὅτι τὸ θέμα αὐτὸ ἀνέπτυξα, ὅπου γιὰ πρώτη φορὰ ὁμιλοῦσα, θεωρώντας αὐτὸ πρωταρχικὸ γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή.
Πρόλογος
Εἶναι πολὺ τολμηρὸ νὰ ὁμιλεῖ κάποιος γιὰ τὴν θέωση, ὅταν δὲν τὴν ἔχει γευθεῖ. Τολμήσαμε ὅμως τὰ ὑπὲρ δύναμιν θαρροῦντες εἰς τὰ ἐλέη τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ θέωσις, ὡς σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου
Τὸ θέμα τοῦ προορισμοῦ τῆς ζωῆς μας εἶναι πολὺ σοβαρό, διότι ἀφορᾶ τὸ σπουδαιότερο ζήτημα γιὰ τὸν ἄνθρωπο: Γιὰ ποιὸ σκοπὸ εὑρισκόμαστε πάνω στὴν γῆ. Ἂν ὁ ἄνθρωπος τοποθετηθεῖ σωστὰ στὸ θέμα αὐτό, ἂν εὕρῃ τὸν πραγματικό του προορισμό, τότε μπορεῖ νὰ τοποθετηθεῖ σωστὰ καὶ στὰ ἐπὶ μέρους καὶ καθημερινὰ ζητήματα τῆς ζωῆς του, ὅπως εἶναι οἱ σχέσεις του μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, οἱ σπουδές του, τὸ ἐπάγγελμα, ὁ γάμος, ἡ ἀπόκτησις καὶ ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν. Ἂν ὅμως δὲν τοποθετηθεῖ σωστὰ σ᾿ αὐτὸ τὸ βασικὸ θέμα, τότε θὰ ἀποτύχει καὶ στοὺς ἐπὶ μέρους σκοποὺς τῆς ζωῆς. Διότι τί νόημα μποροῦν νὰ ἔχουν οἱ ἐπὶ μέρους σκοποί, ὅταν στὸ σύνολό της ἡ ἀνθρώπινη ζωὴ δὲν ἔχει νόημα;
Ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Θεοῦ αἰτία τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου
Λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο θεό. Δὲν θὰ μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος νὰ πετύχει τὴν θέωση ἂν ὁ θεὸς δὲν εἶχε σαρκωθεῖ.
Ἡ συμβολὴ τῆς Θεοτόκου στὴν θέωσι τοῦ ἀνθρώπου
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς δίδει αὐτὴν τὴν δυνατότητα, νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἐπανέλθουμε στὸν πρωταρχικὸ σκοπὸ ποὺ εἶχε τάξει ὁ Θεὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Γι᾿ αὐτὸ ἀναγγέλλεται ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὡς ἡ ὁδός, ἡ θύρα, ὁ ποιμὴν ὁ καλός, ἡ ζωή, ἡ ἀνάσταση, τὸ φῶς. Εἶναι ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος διορθώνει τὸ λάθος τοῦ πρώτου Ἀδάμ. Ὁ πρῶτος Ἀδὰμ μᾶς χώρισε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὴν ἀνυπακοή του καὶ τὸν ἐγωισμό του. Ὁ δεύτερος Ἀδάμ, ὁ Χριστός, μᾶς ἐπαναφέρει πάλι στὸν Θεὸ μὲ τὴν ἀγάπη Του καὶ τὴν ὑπακοή Του πρὸς τὸν Πατέρα, ὑπακοὴ μέχρι θανάτου, «θανάτου δὲ σταυροῦ». Προσανατολίζει πάλι τὴν ἐλευθερία μας πρὸς τὸν Θεό, ἔτσι ὥστε προσφέροντάς την σ᾿ Αὐτὸν νὰ ἑνωνόμαστε μαζί Του.
Ἡ Ἐκκλησία, ὁ χῶρος τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου
Ὅσοι θέλουν νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν Χριστὸ καὶ διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα γνωρίζουν ὅτι αὐτὴ ἡ ἕνωσις γίνεται στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ἁγία μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Ἕνωσις ὄχι βέβαια μὲ τὴν Θεία οὐσία, ἀλλὰ μὲ τὴν θεωμένη ἀνθρώπινη φύσι τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἕνωσις ὅμως αὐτὴ μὲ τὸν Χριστὸ δὲν εἶναι ἐξωτερική, οὔτε ἁπλῶς ἠθική.
Ἡ θέωσις δυνατὴ διὰ τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ
Στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ πετύχει τὴν θέωση, ἐπειδὴ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἄκτιστος. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μόνο οὐσία, ὅπως νομίζουν οἱ Δυτικοί, ἀλλὰ εἶναι καὶ ἐνέργεια. Ἐὰν ὁ Θεὸς ἦταν μόνο οὐσία, δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ ἑνωθοῦμε, νὰ κοινωνήσουμε μαζί Του, διότι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι φοβερὴ καὶ ἀπρόσιτη στὸν ἄνθρωπο, κατὰ τὸ «οὐ γὰρ μὴ ἰδῆ ἄνθρωπος τὸ πρόσωπόν μου καὶ ζήσεται» (Ἐξ. λγ´, 20).
Προϋποθέσεις γιὰ τὴν θέωσι
Λέγουν βέβαια οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία μποροῦμε νὰ ἐπιτύχουμε τὴν θέωση. Ὅμως ἡ θέωσις εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶναι κάτι ποὺ ἐπιτυγχάνουμε ἐμεῖς μόνοι μας. Φυσικὰ πρέπει νὰ θέλουμε, νὰ ἀγωνιζόμαστε καὶ νὰ προετοιμαζόμαστε, γιὰ νὰ εἴμαστε ἄξιοι, ἱκανοὶ καὶ δεκτικοὶ νὰ δεχθοῦμε καὶ νὰ φυλάσσουμε τὸ μεγάλο αὐτὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ, ἐφ᾿ ὅσον ὁ Θεὸς δὲν θέλει τίποτε νὰ κάνη σ᾿ ἐμᾶς χωρὶς τὴν ἐλευθερία μας. Πλὴν ὅμως ἡ θέωσις εἶναι δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ οἱ ἅγιοι Πατέρες λέγουν ὅτι ἐμεῖς μὲν πάσχουμε τὴν θέωση, ὁ Θεὸς δὲ ἐνεργεῖ τὴν θέωση.
Ἐμπειρίες τῆς θεώσεως
Οἱ ἐμπειρίες τῆς θεώσεως εἶναι ἀνάλογες μὲ τὴν κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο περισσότερο καθαρισθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὰ πάθη, τόσο ἀνώτερη ἐμπειρία λαμβάνει τοῦ Θεοῦ, βλέπει τὸν Θεό, κατὰ τὸ «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. ε´ 8).
Ἀποτυχία πολλῶν ἀνθρώπων νὰ φθάσουν στὴν θέωσι
Ἐνῶ λοιπὸν ἔχουμε κληθεῖ γιὰ αὐτὸν τὸν μεγάλο σκοπό, νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεὸ νὰ γίνουμε θεοὶ κατὰ Χάριν καὶ νὰ ἀπολαύσουμε αὐτὴ τὴν μεγάλη εὐλογία, γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ἔπλασε ὁ Πλάστης καὶ Δημιουργός μας, ἐμεῖς πολλὲς φορὲς ζοῦμε σὰν νὰ μὴ ὑπάρχει αὐτὸ ὁ μεγάλος, ὁ ὑψηλὸς στόχος. Κι ἔτσι γεμίζει ἀποτυχία ἡ ζωή μας.
Συνέπειες τῆς ἀγωγῆς τῆς θεώσεως
Ἡ ἀγωγὴ ποὺ δίδει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας μὲ τὴν θεία Λατρεία, τὴν Πατερικὴ θεολογία, τὸν Μοναχισμό, εἶναι ἀγωγὴ θεώσεως, ἀγωγὴ θεανθρωποκεντρική, μὲ κέντρο τὸν Θεάνθρωπο Χριστό.
Συνέπειες τῆς ἀγωγῆς ποὺ δὲν ὁδηγεῖ στὴν θέωσι
Σήμερα οἱ νέοι ἄνθρωποι ζητοῦν ἐμπειρίες. Δὲν ἀρκοῦνται σὲ μία ὑλιστικὴ ζωή, σὲ μία ὀρθολογιστικὴ κοινωνία, ὅπως τοὺς τὴν παραδίδουμε οἱ μεγαλύτεροι. Τὰ παιδιά μας, ποὺ εἶναι εἰκόνες Θεοῦ, "κεκελευσμένοι θεοί", ζητοῦν κάτι πέρα ἀπὸ τὰ λογικὰ σχήματα μιᾶς ὑλιστικῆς φιλοσοφίας καὶ ἀθέου παιδείας ποὺ τοὺς προσφέρουμε. Ζητοῦν ἐμπειρίες ἀληθινῆς ζωῆς. Δὲν τοὺς ἀρκεῖ μάλιστα νὰ ἀκοῦν γιὰ τὸν Θεό. Ἐπιθυμοῦν τὴν ἐμπειρία Του, τὸ φῶς Του, τὴν Χάρι Του. Κι ἐπειδὴ δὲν γνωρίζουν πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτούς, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ τοὺς ἀναπαύσει, ἔχει τὴν ἐμπειρία ποὺ διψοῦν, μάταια ἀναζητοῦν καὶ καταφεύγουν σὲ διάφορα ἄλλα φθηνὰ ὑποκατάστατα, προκειμένου νὰ εὕρουν κάτι τὸ ἐξωλογικό, τὸ ὑπέρλογο.