Ἡ Κοίμηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ λαός μας ὁ Ὀρθόδοξος, ὁ πιστός, ἔχει τόσο μεγάλη εὐλάβεια στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Διότι γνωρίζει ὅτι χωρὶς Αὐτὴν δὲν θὰ εἴχαμε τὸν Χριστό. Διότι γνωρίζει ὅτι Αὐτή μᾶς ἀντιπροσωπεύει.
Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης | Ἁγιορεῖτες Πατέρες | Ὑπεραγία Θεοτόκος
Ἔχουμε ὅλοι χαρά, διότι σήμερα εἶναι ἡ πραγματικὴ ἑορτὴ τῆς μητέρας. Διότι μόνον ἡ Κυρία Θεοτόκος εἶναι ἡ ὄντως μητέρα μας, ἐπειδὴ μᾶς μεταδίδει τὴν ὄντως Ζωή μας, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός μας. Καὶ σήμερα θὰ ἔπρεπε ὅλες οἱ μητέρες νὰ ἑορτάζουν τὴν ἑορτὴ τῆς μητέρας Ὀρθοδόξως, διότι κάθε μητέρα καταξιώνεται ὡς μητέρα μόνον ἐὰν ἀποβλέπει καὶ ἐὰν παίρνει τὴν εὐλογία καὶ τὴν χάρη τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Ἀλλὰ ὁ κόσμος μὲ τὸ κοσμικὸ πνεῦμα, μὲ τὴν ἐκκοσμίκευση, ἡ ὁποία προχωρεῖ καὶ διαβρώνει τὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιὰ καὶ τὸ φρόνημα τοῦ λαοῦ μας, ἔχει ἀρχίσει νὰ ἀντικαθιστᾶ καὶ νὰ ὑποκαθιστᾶ μᾶλλον τεχνηέντως τὶς ἑορτὲς τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ ἑορτὲς κοσμικές, ὅπως εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς μητέρας, ἡ ἑορτὴ τοῦ παιδιοῦ καὶ ἄλλες παρόμοιες, ὅπως τὰ γενέθλια, ποὺ ἑορτάζουν οἱ ἄνθρωποι, ἐνῷ πρέπει νὰ ἑορτάζουμε τὶς μνῆμες τῶν Ἁγίων, τῶν ὁποίων φέρουμε τὰ ὀνόματα. Καὶ ὅλα αὐτὰ εἶναι μία προσπάθεια νὰ ἀλλοιωθεῖ τὸ Θεανθρωποκεντρικὸ φρόνημα τοῦ λαοῦ μας, καὶ ὁ λαός μας νὰ γίνει ἀνθρωποκεντρικὸς καὶ νὰ μὴν ἔχει τὸν Χριστὸ ὡς κέντρο τῆς ζωῆς του. Νὰ μὴ ζεῖ ζωὴ ἐκκλησιαστική, ἀλλὰ νὰ ζεῖ μία ζωὴ μακρυὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο Χριστό μας.
Σήμερα λοιπὸν εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς μητέρας, τῆς μητέρας μας. Καὶ γι’ αὐτὸ ἔχουμε χαρά. Ὅ,τι γίνεται στὴν Παναγία μας γίνεται γιὰ ὅλους μας καὶ γι’ αὐτὸ ἡ χαρὰ εἶναι ὅλων μας. Ἡ Παναγία ἔκανε ὑπακοὴ στὸν Θεό. Τέλεια ὑπακοή. Ἡ Εὔα ἡ Προμήτωρ ἔκανε ἀνυπακοὴ καὶ στέρησε τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὴν εὐλογία τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό, τῆς ἑνώσεως μὲ τὸν Θεό, τῆς μακαρίας ζωῆς τοῦ Παραδείσου. Ἡ Παναγία μας διόρθωσε τὸ λάθος τῆς Εὖας καὶ ἔκανε τέλεια ὑπακοὴ στὸν Θεό. Καὶ ὅταν ἔκανε τέλεια ὑπακοὴ στὸν Θεὸ καὶ ἀγάπησε τὸν Θεὸ ὁλοκληρωτικὰ καὶ δόθηκε στὸν Θεὸ ὁλοκληρωτικά, δὲν μποροῦσε παρὰ νὰ γίνει αὐτὸ τὸ μέγα Μυστήριο ποὺ ἔγινε σ’ Αὐτήν. Μία ἁπλῆ καὶ ταπεινὴ γυναῖκα τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, μία χωριατοπούλα, μία ἀγράμματη δηλαδή, δὲν μποροῦσε παρὰ νὰ ἑλκύσει τὸν Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς νὰ σκηνώσει σ’ Αὐτὴν καὶ νὰ γίνει ἡ «Χώρα τοῦ Ἀχωρήτου».
Ἔτσι μᾶς ἔδειξε ἡ Παναγία μας τὴν ὁδὸ τῆς ὑπακοῆς στὸν Θεὸ καὶ γιὰ λογαριασμὸ ὅλων μᾶς ἔκανε ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἔκανε ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα· πρόσφερε στὸν Θεὸ τὴν ἐλευθερία της. Γιατί ὁ Θεὸς θέλει νὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸν ἄνθρωπο, θέλει νὰ κατοικεῖ μέσα στὸν ἄνθρωπο. Ἀλλὰ δὲν μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ κατοικεῖ μέσα στὸν ἄνθρωπο, ἐὰν ὁ ἄνθρωπος δὲν προσφερθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὸν Θεό, ἐὰν δὲν τοῦ προσφέρει τὴν ἐλευθερία του, τὸ θέλημά του, τὴν ὕπαρξή του ὅλη. Ἡ Παναγία μας προσφέρθηκε. Εἶπε τὸ «ναὶ» στὸν Θεό.
Ἤθελε ὁ Θεὸς νὰ ἔλθει στὴν γῆ, γιατί ἀγαποῦσε τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ περίμενε νὰ βρεθεῖ ἕνα πλάσμα ποὺ θὰ ἀπαντοῦσε στὸ ἐρώτημα ποὺ ἔθετε ὁ Οὐρανός: «Θέλετε νὰ ἔλθω στὴν γῆ; Θέλετε νὰ γίνω ἄνθρωπος;» Περίμενε ὁ Θεὸς νὰ βρεθεῖ ἕνας ἄνθρωπος ποὺ θὰ ἔλεγε τὸ «ναὶ» στὸν Θεὸ μὲ ὅλη του τὴν ὕπαρξη, μὲ ὅλη του τὴν καρδιά, ὁλοκληρωτικά. Καὶ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἶπε τὸ «ναὶ» στὸν Θεὸ ἦταν ἡ Παναγία μας. «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοὶ κατὰ τὸ ρῆμα σου» (Λουκ. α΄ 38). Καὶ ὅταν εἶπε αὐτὸ τὸ «ναί», ἦλθε ὁ Θεὸς στὴν γῆ, ἦλθε στὴν κοιλία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, σαρκώθηκε καὶ ἔγινε ἄνθρωπος.
Καὶ ἐμεῖς σήμερα, ἐπειδὴ ἡ Παναγία μας πρόσφερε στὸν Θεὸ τὴν ἐλευθερία της, εἶπε τὸ «ναί», ἔχουμε Σωτῆρα καὶ Λυτρωτή, τὸ δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὸν Δεσπότη Χριστό, ὁ ὁποῖος μᾶς ἀνέστησε ἀπὸ τὸν τάφο τῆς ἁμαρτίας, ἀπὸ τὸν Ἅδη, ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο, καὶ μᾶς χάρισε τὴν αἰώνια ζωή. Καὶ σήμερα δὲν εἴμαστε οἱ ἀπελπισμένοι μελλοθάνατοι, ὅπως θὰ ἤμασταν πρὸ Χριστοῦ, οἱ ὑπόδουλοι τοῦ διαβόλου καὶ τοῦ θανάτου, οἱ χωρὶς ἐλπίδα ὑπόδουλοι, ἀλλὰ εἴμαστε τὰ φωτόμορφα τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, οἱ υἱοὶ τῆς Ἀναστάσεως, τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ τὰ ἀγαπημένα, οἱ κληρονόμοι τῆς αἰώνιας ζωῆς καὶ μακαριότητας. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἀγαθὰ διὰ τῆς Κυρίας Θεοτόκου, τῆς μητέρας μας ἦλθαν στὸν κόσμο.
Γι’ αὐτὸ σήμερα τὴν εὐγνωμονοῦμε, τὴν εὐχαριστοῦμε. Σήμερα καὶ πάντοτε τὴν προσκυνοῦμε, τὴν δοξάζουμε. «Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας». Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ λαός μας ὁ Ὀρθόδοξος, ὁ πιστός, ἔχει τόσο μεγάλη εὐλάβεια στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Διότι γνωρίζει ὅτι χωρὶς Αὐτὴν δὲν θὰ εἴχαμε τὸν Χριστό. Διότι γνωρίζει ὅτι Αὐτή μᾶς ἀντιπροσωπεύει. Ἀντιπροσωπεύει τὸ ἀνθρώπινο γένος ἐνώπιον τοῦ θρόνου τῆς θείας Μεγαλοσύνης.
Ὅπως ὅλα τὰ τῆς Θεοτόκου μυστήρια ἦσαν μυστήρια ἀγάπης τελείας, προσφορᾶς τελείας, ὑπακοῆς τελείας, ἐλευθερίας τελείας, προσφορᾶς τῆς ἐλευθερίας της πρὸς τὸν Θεό, ἔτσι καὶ ἡ μακαρία καὶ σεπτή της Κοίμηση, «τελευταῖον οὖσα ἐπ’ Αὐτῇ μυστήριον», ποὺ λέγει καὶ τὸ τροπάριο (α΄ τροπ. Λιτῆς). Ἦταν καὶ αὐτὴ τὸ τελευταῖο μὲν ἐπίγειο μυστήριο τῆς Παναγίας, ὅμως καὶ αὐτὸ μυστήριο ἀγάπης, ἐλευθερίας καὶ ὑπακοῆς.
Ὅπως προσφέρθηκε ὡς τριετὲς νήπιο –οἱ γονεῖς της τὴν πρόσφεραν στὸν Ναὸ τοῦ Σολομῶντος, γιὰ νὰ ὑπηρετεῖ στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων– καὶ προσφέρθηκε μὲ ὅλη της τὴν καρδιὰ καὶ τὴν θέληση, ὅπως ὅταν προσφέρθηκε κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στὸ μήνυμα τὸ ἀρχαγγελικὸ ὅτι θὰ γίνει ἡ Μητέρα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, ἔτσι καὶ τώρα ποὺ ἦλθε ἡ ὥρα καὶ Αὐτή, ὡς ἄνθρωπος θνητὸς ποὺ ἦταν, νὰ φύγει ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, πάλι προσφέρθηκε στὸν Θεὸ μὲ ἐμπιστοσύνη.
Πρόσφερε μὲ ἐμπιστοσύνη τὴν μακαρία ψυχή της στὸν Δεσπότη Χριστό, ὁ ὁποῖος ἦλθε νὰ τὴν παραλάβει, ἀλλὰ πρόσφερε μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ τὸ σῶμα της, τὸ πανάχραντο καὶ πανακήρατο, ἐκεῖνο τὸ τρισένδοξο σῶμα, τὸ ὁποῖο ἔδωσε Σῶμα στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ἐκείνη τὴν σάρκα, ἡ ὁποία ἐσάρκωσε τὸν Θεό. Τὸ πρόσφερε καὶ αὐτὸ μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό, γιὰ νὰ μπεῖ μέσα στὴν γῆ, χωρὶς νὰ φοβᾶται τὸ σκοτεινὸ μυστήριο τοῦ θανάτου, χωρὶς νὰ φοβᾶται τὸ χῶμα ποὺ θὰ τὴν κάλυπτε, διότι εἶχε μεγάλη ἐμπιστοσύνη στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Καὶ ὅταν κανεὶς ἔτσι προσφέρεται στὸν Θεό, μὲ τέλεια ἐμπιστοσύνη, καὶ ὁ Θεὸς δὲν ἀφήνει τὸ πλάσμα του νὰ χαθεῖ, ἀλλὰ προσφέρει καὶ ὁ Θεὸς τὸ πᾶν στὸν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτὸ τὴν μὲν ψυχὴ τῆς Κυρίας Θεοτόκου, τὴν φωτεινὴ καὶ ὁλόφωτη, παρέλαβε ὁ Υἱός της ὁ μονογενής, ὁ Κύριός μας, τὸ δὲ σῶμα της, αὐτὸ τὸ μακάριο καὶ σεπτὸ καὶ πανάχραντο σῶμα –τὸ ὁποῖο δὲν ἦταν δυνατόν, ἀφοῦ ἔτσι προσφέρθηκε στὸν Θεὸ μὲ τέλεια ἐλευθερία καὶ ὑπακοὴ καὶ ἀγάπη, νὰ γίνει βορὰ τῶν σκωλήκων– Χάριτι τοῦ Παναγίου Πνεύματος καὶ ἀποφάσει καὶ ἐπινεύσει τῆς Παναγίας Τριάδος τὴν τρίτη ἡμέρα ἀνεστήθη καὶ μετέστη στοὺς Οὐρανοὺς καὶ βρίσκεται δοξασμένο μαζὶ μὲ τὴν μακαρία ψυχή της καὶ λυτρωμένο στοὺς αἰῶνες.
Καὶ ἔτσι ἡ Κυρία Θεοτόκος «προΐσταται», ὅπως λέγουν οἱ Θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας μας, «τῶν σεσωσμένων». Εἶναι ἡ προϊσταμένη τῆς Ἐκκλησίας ὅλης. Ὅπως ἡ Μαριάμ, ἡ ἀδελφή τοῦ Μωϋσέως, προεξῆρχε τοῦ χοροῦ τῶν λυτρωθέντων ἀπὸ τοὺς Αἰγυπτίους καὶ ἐν τυμπάνῳ καὶ χορῷ ἐδόξαζε τὸν Θεὸ μετὰ τὴν ἔξοδο ἐκ τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης, ἔτσι καὶ τώρα ἡ Κυρία Θεοτόκος, ἡ ἀληθὴς Μαριὰμ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, προΐσταται τοῦ χοροῦ τῶν σεσωσμένων καὶ λελυτρωμένων καὶ ψάλλει ὠδὴ καινὴ ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Ἀρνίου στοὺς αἰῶνες.
Ἀρχιμανδρίτου Γεωργίου, Ὁμιλίες σὲ ἀκίνητες Δεσποτικὲς καὶ Θεομητορικὲς Ἑορτές, Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2015, σελ. 189

