0:00
/
0:00

Η προσκύνηση μάς κάνει μετόχους αγιασμού

Oι λογισμοί αυτοί, είναι βλάσφημοι. Να πει κανείς δηλαδή ότι είναι δυνατόν να τον μολύνει ο Θεός. Και μόνο να το σκεφτεί κανείς. Ο Θεός ούτε μολύνεται, ούτε μολύνει.

Δημήτριος Τσελεγγίδης | Πανδημία & Εκκλησία | 7η Οικουμενική Σύνοδος


Δημήτριος Τσελεγγίδης | Η Πνευματική και Εκκλησιαστική Κρίση» (Μέρος Β΄) | Orthodox Ethos
Συνέντευξη του Δημήτριου Τσελιγγίδη, Ομότιμου Καθηγητή Δογματικής Θεολογίας του ΑΠΘ, στον Πρωτοπρεσβύτερο π. Πήτερ Χιρς, με τίτλο: «Η Πνευματική και Εκκλησιαστική Κρίση» (Μέρος Β΄).

Περιεχόμενα

Η Πνευματική και Εκκλησιαστική Κρίση.

Μέρος Α΄ | Δόγμα η προσκύνηση των Ιερών Εικόνων

Μέρος Β΄ | Η προσκύνηση μάς κάνει μετόχους αγιασμού | Η υπακοή δεν είναι άκριτη

Μέρος Γ΄ | Δεν υπάρχει Εκκλησία χωρίς Μυστήρια


Επειδή είχα την ευκαιρία στη ζωή μου να αφιερώσω αρκετά χρόνια στη μελέτη αυτή των εικόνων, επειδή ήταν η διδακτορική μου διατριβή, έχω και ιδιαίτερη ευαισθησία στις λεπτομέρειες οι οποίες είναι εν πολλοίς άγνωστες, και σε ανθρώπους που δεν θα έπρεπε να είναι άγνωστες, δηλαδή σε Ιερείς και Αρχιερείς.

Όχι, απλώς, ακούστηκε αλλά είναι σαφής εντολή, τουλάχιστον στο πλαίσιο της Ελλάδος. Έγινε η σύσταση στους πιστούς να μην προσκυνούν τις εικόνες για αποφυγή μετάδοσης του κορωνοϊού. Να μην προσκυνούν επομένως και το χέρι του Ιερέα και να μην δίδεται το Αντίδωρο δια του Ιερέως. Να παίρνεται από τον πιστό.

Αυτό από πλευράς καθαρά θεολογικής και πνευματικής είναι όχι απλώς άστοχο. Δεν είναι απλώς εσφαλμένο. Υπάρχουν κάποια πράγματα που χαρακτηρίζονται στη ζωή μας εσφαλμένα και κάποια εγκληματικά. Πνευματικώς νοούμενο αυτό ανήκει σε αυτήν την κατηγορία. Δηλαδή, είναι μία πράξη την οποία όταν την κάνει κάποιος, για οποιονδήποτε λόγο, σημαίνει ότι εκπίπτει από αυτό που είναι η ταυτότητά του· πιστός δηλαδή. Και αυτό λέγεται σαφώς στην απόφαση της Οικουμενικής Συνόδου, ότι η προσκύνηση δεν είναι θέμα παρότρυνσης, συμβουλής για κάτι ευσεβές, αλλά είναι εντελώς απαραίτητη. Γιατί βεβαιώνεται δια της προσκυνήσεως, αφενός η σχέση πρωτοτύπου και εικόνος, ότι δηλαδή η προσκύνηση διαβαίνει προς το πρωτότυπο άμεσα. Και δεύτερον, ότι η εικόνα, ανεξαρτήτως του υλικού της, γίνεται φορέας της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος που είχε ο εικονιζόμενος ζων. Είτε είναι αυτός ο Χριστός, οπότε είναι ακεραία η Θεότητά του, είτε στους επιμέρους, στην Παναγία και στους άλλους Αγίους.

Η προσκύνηση λοιπόν μας κάνει μετόχους αγιασμού. Επομένως, δεν είναι μία συνήθεια απλή, θρησκευτική αλλά είναι εντελώς απαραίτητη.

Η προσκύνηση των Αγίων Λειψάνων επίσης. Είναι αδιανόητο να απαγορευτεί γιατί είναι κατεξοχήν φορείς της Χάριτος του Αγίου που έφερε αυτά τα Άγια Λείψανα.

Όλα αυτά είναι επίθεση, όχι εναντίον κάποιας συνήθειας, κάποιας Παράδοσης, [αλλά] εναντίον του Προσώπου του Χριστού. Σωστά;

Σε τελευταία ανάλυση, μ’ ένα πρόσχημα βεβαίως αγάπης προς τον άνθρωπο για να μην αρρωστήσει, το καταλαβαίνουμε γι’ άλλες προφυλάξεις. Είναι κατανοητό, είναι σωστό, αυτήν είναι η ευθύνη της Πολιτείας και των επιστημόνων να μας το πουν, αλλά υπάρχει ένας χώρος στον οποίο θα πρέπει να έχουν το άβατον. Κι οι λογισμοί και μόνο, και των πιστών να είναι οι λογισμοί αυτοί, είναι βλάσφημοι. Να πει κανείς δηλαδή ότι είναι δυνατόν να τον μολύνει ο Θεός. Και μόνο να το σκεφτεί κανείς. Ο Θεός ούτε μολύνεται, ούτε μολύνει.

Κατά συνέπεια, για να ολοκληρώσουμε την συνάφεια, η προσκύνηση του Ευαγγελίου, των Αγίων Λειψάνων, του Τιμίου Σταυρού και της χειρός του ιερουργούντος, είτε Ιερέως είτε Αρχιερέως, δεν έχει καμία σχέση με αυτά τα μέτρα. Δηλαδή -μένω στον ιερουργό-, ο ιερουργός κατά την Θεολογία της Εκκλησίας είναι ο ίδιος ο Χριστός και ο ιερουργός άνθρωπος, ιερέας ή αρχιερέας, δανείζει τα χέρια του γι’ αυτήν τη διαδικασία. Άλλωστε, αυτά τα ίδια τα χέρια είναι εκείνα που πήραν επάνω τους τον αμνό, δηλαδή όταν καθαγιάστηκε ο αμνός τον έβαλαν στο άγιο ποτήριο κτλ. Γι’ αυτό και προσκυνούμε το χέρι του ιερουργού, με την αίσθηση την πνευματική ότι προσκυνούμε το χέρι του Χριστού. Γιατί είναι εις τόπον και τύπον. Επομένως είναι αδιανόητο πνευματικά ότι θα γίνει φορέας -αυτός ο συγκεκριμένος, το χέρι του- μιας ασθένειας, της οποιασδήποτε την οποία θα μεταδώσει.

Αυτό βέβαια δεν επιβάλλεται. Είναι θέμα πίστεως του προσερχομένου. Αλλά σε καμία περίπτωση κανείς φορέας δεν έχει δικαίωμα να το απαγορεύσει. Βεβαίως, η Πολιτεία, η εκάστοτε Πολιτεία, μπορεί να ασκεί βία. Βία μέχρι θανάτου. Αυτό είναι δεδομένο σε όλη την ιστορία, Εδώ τα λέμε από την άποψη ότι πρέπει να είναι ξεκαθαρισμένο μέσα μας ότι δεν θα το κάνουμε από μία κακώς νοουμένη υπακοή σε μία υπερκείμενη εξουσία, θεωρώντας κατά το βιβλικόν που λέει εκεί τόσο ο Απόστολος Πέτρος όσο και ο Απόστολος Παύλος, ότι πρέπει στην εξουσία την κοσμική να υπακούμε. Λέγεται να υπακούμε για να υπάρχει μία τάξη στον κόσμο, ότι εκ του Θεού είναι τεταγμένοι. Όχι, όμως, για τα θέματα της Πίστεως και της ζωής της Εκκλησίας. Εκεί είναι τεταγμένοι οι Απόστολοι… Ο Καίσαρας δεν έχει καμία θέση και καμία αρμοδιότητα. Κάνει υπέρβαση εξουσίας.

Άρα, εμείς πρέπει να ξέρουμε ότι το μόνο κόλλημα στην προσέλευσή μας, όπως και στη Θεία Κοινωνία στη συνέχεια, είναι η αμαρτία μας και τίποτε άλλο. Κι η μόνη ακοινωνησία μας είναι η αμετανοησία μας. Αν παρά ταύτα και κοινωνούμε και προσκυνούμε, όχι μόνον αγιασμό και ευλογία δεν παίρνουμε αλλά παίρνουμε και το αντίθετο, όπως το βεβαιώνει και ο Απόστολος Παύλος. Τότε παίρνουμε ασθένεια. Επιτρέπει. Όχι μεταδοτική, δηλαδή να μας την δώσει, αλλά επιτρέπει ασθένεια σε μας και θάνατο.


ΤΑΣ ΘΥΡΑΣ ΤΑΣ ΘΥΡΑΣ, 12 Αυγούστου 2020

Discussion about this video